Επέτειος του Πολυτεχνείου- σύντομη ιστορική αναδρομή

Εκτύπωση
Κατηγορία: Εορτές
Ημερομηνία Δημοσίευσης Γράφτηκε από τον/την Super User

Η εξέγερση του Πολυτεχνείου τον Νοέμβριο του 1973 ήταν η κορυφαία αντί-δικτατορική εκδήλωση και προανήγγειλε την πτώση της χούντας των συνταγματαρχών. Ας θυμηθούμε λίγο το ιστορικό πλαίσιο της περιόδου.

Τα ξημερώματα της 21ης Απριλίου 1967 εκδηλώθηκε στην Ελλάδα ένα στρατιωτικό κίνημα – πραξικόπημα με επικεφαλής τον ταξίαρχο Στυλιανό Παττακό και τους συνταγματάρχες Γεώργιο Παπαδόπουλο και Νικόλαο Μακαρέζο.

Κατέλυσε το δημοκρατικό πολίτευμα και επέβαλε δικτατορικό καθεστώς που διήρκησε 7 χρόνια. Την εποχή εκείνη η χώρα βρισκόταν σε προεκλογική περίοδο. Είχαν προκηρυχτεί εκλογές για την 28η Μαΐου και την εξουσία ασκούσε από τις 3 Απριλίου η ΕΡΕ με πρωθυπουργό τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο και με τη συναίνεση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης Γεωργίου Παπανδρέου και του Βασιλιά Κωνσταντίνου. Διάχυτη ήταν η πεποίθηση ότι τις εκλογές αυτές θα τις κέρδιζε η Ένωση Κέντρου και θα επανερχόταν στην εξουσία υπό τον Γ. Παπανδρέου και θα έμπαινε τέλος στη πολιτική ανωμαλία της εποχής που έμεινε στην ελληνική ιστορία ως «Αποστασία» και σηματοδοτήθηκε με την παραίτηση του τότε λαοπρόβλητου πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου στις 15 Ιουλίου 1965 μετά τη σύγκρουσή του με το παλάτι.

Είμαστε 17 χρόνια μετά τη λήξη του εμφυλίου πολέμου. Για την μετεμφυλιακή δεξιά της προ δικτατορικής περιόδου κομουνιστές ήταν με την ευρεία έννοια και οι κεντρώοι και οπωσδήποτε ο απρόβλεπτος Ανδρέας Παπανδρέου, το ανερχόμενο αστέρι στην πολιτική σκηνή. Οι στρατηγοί, το παλάτι, κάποιοι πολιτικοί της δεξιάς και οι Αμερικάνοι καλοέβλεπαν μια μικρής διάρκειας συνταγματική εκτροπή που θα επανέφερε τη πολιτική κατάσταση στη σωστή της ρότα, δηλαδή την εναλλαγή στην εξουσία της δεξιάς και ενός μετριοπαθούς κέντρου. Τα σχέδια αυτά πρόλαβε το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου όπου οι μικροί αξιωματικοί με πρόσχημα τον κομμουνιστικό κίνδυνο, με πραξικόπημα επέβαλαν τη χούντα των συνταγματαρχών. Να σημειωθεί ότι την περίοδο αυτή ο στρατός ήταν πανίσχυρος, η Αμερική θεωρούσε την Ελλάδα φέουδο της, το δεξιό παρακράτος ήταν ισχυρό (δολοφονία Λαμπράκη) και το παλάτι ήταν ένας αυτόνομος πόλος εξουσίας που δε βασίλευε αλλά κυβερνούσε. Οι πολιτικοί που κυβέρνησαν τα 17 χρόνια μετά τον εμφύλιο ασχολήθηκαν κυρίως με την ανοικοδόμηση της χώρας και την οικονομική ανάπτυξη και όχι τόσο με την διάνοιξη των δημοκρατικών θεσμών και την εξάλειψη των μνημών του εμφυλίου. Έτσι η τριάδα των συνταγματαρχών εκμεταλλεύτηκε το βαθύ ύπνο των δημοκρατικών κυβερνήσεων, φρόντισε να τοποθετήσει στις πιο νευραλγικές θέσεις του στρατεύματος ανθρώπους μυημένους στα σχέδιά τους και να ενισχύσει μέσα στην Αθήνα μεγάλες μονάδες μάχιμου στρατού.

Στις 3:30 λοιπόν ξημερώματα της 21ης Απριλίου το στρατιωτικό κίνημα είχε επικρατήσει με σήμα κατατεθέν του τη φράση:

«Αποφασίζομεν και διατάσσομεν:

-          Απαγόρευση συγκεντρώσεων άνω των 3 ατόμων

-          Αναστολή των διατάξεων του Συντάγματος

-          Ματαίωση εκλογών της 28ης Μαΐου 1967.»

Η κατάργηση των στοιχειωδών ελευθεριών, οι φυλακές, οι εξορίες και τα βασανιστήρια, οι δολοφονίες των αντιπάλων του καθεστώτος, ο πνευματικός και πολιτιστικός μεσαίωνας αλλά και η κυπριακή τραγωδία δείχνουν ότι η χούντα ήταν μια από της μελανότερες στιγμές της σύγχρονης ιστορίας.

Η Ελλάδα από την 21η Απριλίου «μπήκε στο γύψο» κατά την έκφραση του Γ. Παπαδόπουλου επτά χρόνια, τρεις μήνες και τρεις μέρες.

Το 1973 ο Γ. Παπαδόπουλος, ο ηγέτης της χούντας, ξεκίνησε κάποια διαδικασία φιλελευθεροποίησης του καθεστώτος με μερικές αποφυλακίσεις πολιτικών κρατουμένων, μερική άρση της λογοκρισίας, υποσχέσεις για νέο σύνταγμα και εκλογές στις 10 Φεβρουαρίου 1974. Σκοπός της χούντας ήταν από την αρχή να ελέγχει τις φοιτητικές ενώσεις και με τους νόμους 2287 και 1347 να μπορεί να επιστρατεύει ανά πάσα στιγμή τους συνδικαλιστές φοιτητές έτσι ώστε να μην μπορούν να δράσουν εναντίον της.

Έτσι άρχισε η κατάληψη του Πολυτεχνείου.

Οι πόρτες έκλεισαν. Εκλέχθηκε συντονιστική επιτροπή για την διεξαγωγή του Αγώνα. Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα οι συντονιστικές επιτροπές όλων των φοιτητικών οργανώσεων ενωμένες ενάντια στη χούντα δημιουργούν μέσα στο Πολυτεχνείο τυπογραφεία με πολυγράφους, νοσοκομεία, μαγειρεία και πάνω από όλα το ραδιοφωνικό σταθμό που άρχισε να εκπέμπει και να ακούγεται σε όλη την Ελλάδα με το σύνθημα: «Εδώ Πολυτεχνείο, εδώ Πολυτεχνείο».

Τη δεύτερη μέρα της κατάληψης οι φοιτητές κάλεσαν τα ΜΜΕ και έδωσαν συνέντευξη γνωστοποιώντας τα αιτήματα τους. Συγκροτήθηκαν συνεργεία φοιτητών που έγραφαν συνθήματα σε πλακάτ, σε τοίχους, σε τρόλεϊ, σε λεωφορεία και σε ταξί. Ομάδες φοιτητών ανέλαβαν τη περιφρούρηση του χώρου ξεχωρίζοντας τους δημοκράτες Αθηναίους από τους προβοκάτορες. Πρώτη αντίδραση του καθεστώτος ήταν να στείλει μυστικούς πράκτορες να ανακατευτούν με το πλήθος που συνέρρεε στο Πολυτεχνείο καθώς και να ακροβολήσει σκοπευτές στα γύρω κτήρια.

              

Τρία άρματα μάχης κατέβηκαν από το Γουδί προς το Πολυτεχνείο. Τα δύο στάθμευσαν στις οδούς Τοσίτσα και Στουρνάρα αποκλείοντας τις πλαϊνές πύλες του ιδρύματος και το τρίτο έλαβε θέση απέναντι από την κεντρική πύλη.

Η συντονιστική επιτροπή των φοιτητών ζήτησε διαπραγματεύσεις αλλά το αίτημα απορρίφθηκε. Τρεις τα ξημερώματα της 17ης Νοεμβρίου το άρμα από την κεντρική πύλη έλαβε εντολή να εισβάλλει. Έπεσε πάνω στην πύλη, την έριξε παρασύροντας μία κοπέλα που ήταν σκαρφαλωμένη στον περίβολο κρατώντας την ελληνική σημαία. Οι μοίρες των ΛΟΚ μαζί με ομάδες μυστικών και μη αστυνομικών εισέβαλαν στο Πολυτεχνείο κυνηγώντας τους φοιτητές που προσπαθούσαν να διαφύγουν στους γύρω δρόμους.

Αρκετοί σώθηκαν βρίσκοντας άσυλο στις γύρω πολυκατοικίες. Πολλοί συνελήφθησαν (840 άτομα κατά την αστυνομία, κατά τους δημοσιογράφους γύρω στους 2400). Οι νεκροί επισήμως 34 άτομα.

Ο Γ. Παπαδόπουλος κήρυξε στρατιωτικό νόμο αλλά στις 25 Νοεμβρίου ανατράπηκε με πραξικόπημα και πρόεδρος ορίστηκε ο αντιστράτηγος Φαίδων Γκιζίκης και πρωθυπουργός ο Αδαμάντιος Ανδρουτσόπουλος.

             

Όμως ο ισχυρός άνδρας του νέου καθεστώτος ήταν ο διοικητής της Στρατιωτικής Αστυνομίας ταξίαρχος Δημήτριος Ιωαννίδης που επέβαλε καθεστώς σκληρότερο από εκείνου του Παπαδόπουλου.

Η δικτατορία τελικά κατέρρευσε στις 23 Ιουλίου 1974 αφού είχε προηγηθεί η τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Ο Γκιζίκης και ο αντιστράτηγος Ντάβος διοικητής του Γ’ σώματος στρατού κάλεσαν τον Κωνσταντίνο Καραμανλή να επιστρέψει στην Ελλάδα από το Παρίσι που ζούσε εξόριστος για να επαναφέρει τη δημοκρατική διακυβέρνηση στη χώρα. Οι πρωταίτιοι του πραξικοπήματος δικάστηκαν και καταδικάστηκαν με δικαστική απόφαση στις 23 Αυγούστου 1975.


Το επετειακό αφιέρωμα επιμελήθηκε η φιλόλογος του σχολείου μας, Καληωράκη Μαρία.